….αξίζει να ξεναγηθούμε στην Πνύκα, από όπου για «τεχνικούς λόγους» δεν κατάφερε να μιλήσει.
Εδώ συναθροιζόμενοι οι Αθηναίοι επινόησαν και καταξίωσαν την έννοια του πολίτη. Η δημοκρατία δεν ήταν χίμαιρα. «Ό,τι εν τω δήμω δοκεί άριστον είναι», «Ό,τι αποφασίζει ο δήμος είναι άριστο».
Είχε απόλυτη....... κυριαρχία, ως αξίωμα, το ΕΜΕΙΣ, στα χέρια ενός καλά οργανωμένου λαού σπουδαγμένου με την πολιτική αρετή, μέσα από την «υποχρεωτική» συμμετοχή στα κοινά, με επίγνωση του ρόλου του να ορίζει και να υπηρετεί αδιάλειπτα και ασυμβίβαστα το κοινό καλό.
Δεν υπήρχε σύγκρουση μεταξύ κυβέρνησης και πολιτών. Κυβέρνηση ήταν όλοι οι πολίτες. Η εξουσία ανήκε σε όλους. Δεν υπήρχαν κομματικές ιεραρχίες, αρχηγοί κομμάτων και διορισμένη Βουλή. Δεν ήταν η πολιτική κλειστό επάγγελμα για τους εκλεκτούς των μέσων ενημέρωσης, του οικονομικού κατεστημένου και της πολιτικής ελίτ, ούτε υπήρχαν επαγγελματίες πολιτικοί. H πολιτική δεν ήταν μέσο για εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων και η εξουσία μέσο για την αναπαραγωγή της. Δεν υπήρχαν οι νυκτερινές και φωτογραφικές τροπολογίες, oι στημένες ψηφοφορίες και οι αδιάλλακτες πλειοψηφίες. Ούτε αποσβεστικές προθεσμίες, ούτε νόμος περί ευθύνης (διάβαζε περί απαλλαγής) υπουργών, ούτε βουλευτική ασυλία.
Tότε ο καθένας, για μια μόνο μέρα και με κλήρωση μπορούσε να προεδρεύσει στην Eκκλησία του Δήμου, να γίνει μέλος της βουλής μόνο για ένα χρόνο και με κλήρωση αγορανόμος, μέλος του δικαστηρίου, δημόσιος υπάλληλος, πρόεδρος των πρυτάνεων , ταμίας και εισπράκτορας των χρεών. Πραγματικοί νομοθέτες ήταν οι πολίτες, που μπορούσαν να εισηγηθούν ένα νόμο στην Εκκλησία του Δήμου και να αναλάβουν και την ευθύνη για την πρωτοβουλία τους.
Υπήρχε όμως η ‘’γραφή παρανόμων’’ και ‘’η γραφή νόμου μη επιτήδειον θείναι’’ για όσους εισηγούνταν νόμους και αποφάσεις ενάντιες στο συμφέρον της πόλης.
Είχε τότε κατακτηθεί το ύψιστο δικαίωμα της ισηγορίας, το δικαίωμα δηλαδή του πιο ταπεινού πολίτη να λάβει το λόγο και να εναντιωθεί στην όποια εξουσία. Αυτό το δικαίωμα, συνδυασμένο με την αρετή της τόλμης να χρησιμοποιεί κάποιος το λόγο για να πει την αλήθεια, συγκροτεί την ύψιστη αρετή, που ονομάσθηκε παρρησία. Η παρρησία δεν είναι απλά, μια ειλικρινής εκφορά του λόγου. Απαιτεί τόλμη, την τόλμη να αποκαλύψεις μια απάτη να κάνεις μια γενναία αυτοκριτική να αντιταχθείς στο βολικό και χρήσιμο ψέμα. Αυτή η παρρησία είναι ο εχθρός του λαϊκισμού και της δημαγωγίας.
Δεν υπήρχαν τότε διορισμένες δικαστικές ηγεσίες, στημένες συνθέσεις, έξυπνες αναβολές, ύποπτες συναλλαγές, παραδικαστικά κυκλώματα. Η κλήρωση των δικαστών γινόταν από σώμα έξη χιλιάδων πολιτών το ίδιο πρωινό, για συγκεκριμένη κάθε φορά δίκη, με αδιάβλητη μηχανή κλήρωσης. Κανείς πολίτης ποτέ μέχρι την τελευταία στιγμή δεν ήξερε αν και ποιος θα γινόταν δικαστής, για ποια δίκη, με ποιον πρόεδρο και για μια μέρα μόνο. Ούτε διαβουλεύσεις γίνονταν μεταξύ των δικαστών, οι οποίοι αμέσως μετά τη διαδικασία πήγαιναν στις κάλπες και έριχναν τη ψήφο τους. Το Δικαστήριο λεγόταν Ηλιαία συμβολικά γιατί όλα γίνονταν υπό το φως, χωρίς καμία υποψία δωροδοκίας αλλά και κυριολεκτικά διότι το δικαστήριο αυτό ξεκίνησε τη λειτουργία του υπό το φως του ήλιου και συνεδρίαζε μέσα στην αγορά, στην καρδιά της πόλης.
Επρόκειτο για ένα κράτος πλήρως ταυτισμένο με την κοινωνία, με διαρκή το συλλογικό έλεγχο και την άμεση συμμετοχή όλων στη διαφύλαξη της δικαιοσύνης και της διαφάνειας, στην υπεράσπιση του κοινού καλού, με λογοδοσία αλλά και με εξοστρακισμό, την αποπομπή δηλαδή, καθενός που συγκέντρωνε μεγάλη εξουσία στο πρόσωπο του και ήταν κίνδυνος για το δημοκρατικό πολίτευμα.
Εκεί διαπλάστηκε η αριστεία, ως αγώνας συνεισφοράς σε μια δικαιότερη κοινωνία, παρακινώντας τον πολίτη όχι να είναι καλλίτερος από τον άλλο αλλά να είναι συνεχώς καλλίτερος από τον ίδιο του τον εαυτό. Αυτό απαιτούσε η δικαίωση του δημοκρατικού πολιτεύματος που βασιζόταν στη βούληση και την υπευθυνότητα των μελών του.
Δυστυχώς η δημοκρατία εκείνη, κατά την εύστοχη διαπίστωση ενός διακεκριμένου Ελληνιστή, απεβίωσε χωρίς απογόνους.
Η επαναθεμελίωση της δεν θα μπορούσε να επιχειρηθεί χωρίς μια νέα σεισάχθεια, σαν εκείνη που εφάρμοσε ο Σόλων, τη διαγραφή δηλαδή των χρεών που είχαν σκλαβώσει μεγάλο μέρος του Αθηναϊκού πληθυσμού, να θυσιάσει δηλαδή, τις απαιτήσεις των δανειστών χάριν της επιβίωσης των οφειλετών καθώς η οικονομική αυτή ανισότητα δεν μπορούσε να αποτελέσει βάση για τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Ας ξαναδούμε σήμερα τη δική μας δημοκρατία όπου η δημοσιονομική πολιτική δεν ασκείται από το Κράτος, η χρηματοοικονομική εξουσία και οι εξωθεσμικοί μηχανισμοί έχουν υφαρπάξει την πολιτική εξουσία, η κρίση αποβαίνει σε όφελος του πλούτου, που ρέει συνεχώς σε λιγότερα χέρια, η λεηλασία του δημόσιου πλούτου αποστερεί τη χώρα από κάθε ελπίδα ανάταξης, η δέσμια των δανειστών κυβέρνηση εξουδετερώνει τα ελάχιστα υπολείμματα ριζοσπαστισμού με τον ευτελισμό των ιδεών και τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, το κράτος δικαίου και το κοινωνικό κράτος έχουν απελπιστικά συρρικνωθεί και το άνθος της Ελληνικής νεολαίας έχει ξενιτευτεί.
Η πραγματική δημοκρατία είναι τελικά κάτι άπιαστο και μακρινό; Ίσως όχι. Προς το παρόν όμως, στο όνομα της, η κρίση μακραίνει και η εκμετάλλευση και η εξαθλίωση των ανθρώπων, βαθαίνει!
Εδώ συναθροιζόμενοι οι Αθηναίοι επινόησαν και καταξίωσαν την έννοια του πολίτη. Η δημοκρατία δεν ήταν χίμαιρα. «Ό,τι εν τω δήμω δοκεί άριστον είναι», «Ό,τι αποφασίζει ο δήμος είναι άριστο».
Είχε απόλυτη....... κυριαρχία, ως αξίωμα, το ΕΜΕΙΣ, στα χέρια ενός καλά οργανωμένου λαού σπουδαγμένου με την πολιτική αρετή, μέσα από την «υποχρεωτική» συμμετοχή στα κοινά, με επίγνωση του ρόλου του να ορίζει και να υπηρετεί αδιάλειπτα και ασυμβίβαστα το κοινό καλό.
Δεν υπήρχε σύγκρουση μεταξύ κυβέρνησης και πολιτών. Κυβέρνηση ήταν όλοι οι πολίτες. Η εξουσία ανήκε σε όλους. Δεν υπήρχαν κομματικές ιεραρχίες, αρχηγοί κομμάτων και διορισμένη Βουλή. Δεν ήταν η πολιτική κλειστό επάγγελμα για τους εκλεκτούς των μέσων ενημέρωσης, του οικονομικού κατεστημένου και της πολιτικής ελίτ, ούτε υπήρχαν επαγγελματίες πολιτικοί. H πολιτική δεν ήταν μέσο για εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων και η εξουσία μέσο για την αναπαραγωγή της. Δεν υπήρχαν οι νυκτερινές και φωτογραφικές τροπολογίες, oι στημένες ψηφοφορίες και οι αδιάλλακτες πλειοψηφίες. Ούτε αποσβεστικές προθεσμίες, ούτε νόμος περί ευθύνης (διάβαζε περί απαλλαγής) υπουργών, ούτε βουλευτική ασυλία.
Tότε ο καθένας, για μια μόνο μέρα και με κλήρωση μπορούσε να προεδρεύσει στην Eκκλησία του Δήμου, να γίνει μέλος της βουλής μόνο για ένα χρόνο και με κλήρωση αγορανόμος, μέλος του δικαστηρίου, δημόσιος υπάλληλος, πρόεδρος των πρυτάνεων , ταμίας και εισπράκτορας των χρεών. Πραγματικοί νομοθέτες ήταν οι πολίτες, που μπορούσαν να εισηγηθούν ένα νόμο στην Εκκλησία του Δήμου και να αναλάβουν και την ευθύνη για την πρωτοβουλία τους.
Υπήρχε όμως η ‘’γραφή παρανόμων’’ και ‘’η γραφή νόμου μη επιτήδειον θείναι’’ για όσους εισηγούνταν νόμους και αποφάσεις ενάντιες στο συμφέρον της πόλης.
Είχε τότε κατακτηθεί το ύψιστο δικαίωμα της ισηγορίας, το δικαίωμα δηλαδή του πιο ταπεινού πολίτη να λάβει το λόγο και να εναντιωθεί στην όποια εξουσία. Αυτό το δικαίωμα, συνδυασμένο με την αρετή της τόλμης να χρησιμοποιεί κάποιος το λόγο για να πει την αλήθεια, συγκροτεί την ύψιστη αρετή, που ονομάσθηκε παρρησία. Η παρρησία δεν είναι απλά, μια ειλικρινής εκφορά του λόγου. Απαιτεί τόλμη, την τόλμη να αποκαλύψεις μια απάτη να κάνεις μια γενναία αυτοκριτική να αντιταχθείς στο βολικό και χρήσιμο ψέμα. Αυτή η παρρησία είναι ο εχθρός του λαϊκισμού και της δημαγωγίας.
Δεν υπήρχαν τότε διορισμένες δικαστικές ηγεσίες, στημένες συνθέσεις, έξυπνες αναβολές, ύποπτες συναλλαγές, παραδικαστικά κυκλώματα. Η κλήρωση των δικαστών γινόταν από σώμα έξη χιλιάδων πολιτών το ίδιο πρωινό, για συγκεκριμένη κάθε φορά δίκη, με αδιάβλητη μηχανή κλήρωσης. Κανείς πολίτης ποτέ μέχρι την τελευταία στιγμή δεν ήξερε αν και ποιος θα γινόταν δικαστής, για ποια δίκη, με ποιον πρόεδρο και για μια μέρα μόνο. Ούτε διαβουλεύσεις γίνονταν μεταξύ των δικαστών, οι οποίοι αμέσως μετά τη διαδικασία πήγαιναν στις κάλπες και έριχναν τη ψήφο τους. Το Δικαστήριο λεγόταν Ηλιαία συμβολικά γιατί όλα γίνονταν υπό το φως, χωρίς καμία υποψία δωροδοκίας αλλά και κυριολεκτικά διότι το δικαστήριο αυτό ξεκίνησε τη λειτουργία του υπό το φως του ήλιου και συνεδρίαζε μέσα στην αγορά, στην καρδιά της πόλης.
Επρόκειτο για ένα κράτος πλήρως ταυτισμένο με την κοινωνία, με διαρκή το συλλογικό έλεγχο και την άμεση συμμετοχή όλων στη διαφύλαξη της δικαιοσύνης και της διαφάνειας, στην υπεράσπιση του κοινού καλού, με λογοδοσία αλλά και με εξοστρακισμό, την αποπομπή δηλαδή, καθενός που συγκέντρωνε μεγάλη εξουσία στο πρόσωπο του και ήταν κίνδυνος για το δημοκρατικό πολίτευμα.
Εκεί διαπλάστηκε η αριστεία, ως αγώνας συνεισφοράς σε μια δικαιότερη κοινωνία, παρακινώντας τον πολίτη όχι να είναι καλλίτερος από τον άλλο αλλά να είναι συνεχώς καλλίτερος από τον ίδιο του τον εαυτό. Αυτό απαιτούσε η δικαίωση του δημοκρατικού πολιτεύματος που βασιζόταν στη βούληση και την υπευθυνότητα των μελών του.
Δυστυχώς η δημοκρατία εκείνη, κατά την εύστοχη διαπίστωση ενός διακεκριμένου Ελληνιστή, απεβίωσε χωρίς απογόνους.
Η επαναθεμελίωση της δεν θα μπορούσε να επιχειρηθεί χωρίς μια νέα σεισάχθεια, σαν εκείνη που εφάρμοσε ο Σόλων, τη διαγραφή δηλαδή των χρεών που είχαν σκλαβώσει μεγάλο μέρος του Αθηναϊκού πληθυσμού, να θυσιάσει δηλαδή, τις απαιτήσεις των δανειστών χάριν της επιβίωσης των οφειλετών καθώς η οικονομική αυτή ανισότητα δεν μπορούσε να αποτελέσει βάση για τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Ας ξαναδούμε σήμερα τη δική μας δημοκρατία όπου η δημοσιονομική πολιτική δεν ασκείται από το Κράτος, η χρηματοοικονομική εξουσία και οι εξωθεσμικοί μηχανισμοί έχουν υφαρπάξει την πολιτική εξουσία, η κρίση αποβαίνει σε όφελος του πλούτου, που ρέει συνεχώς σε λιγότερα χέρια, η λεηλασία του δημόσιου πλούτου αποστερεί τη χώρα από κάθε ελπίδα ανάταξης, η δέσμια των δανειστών κυβέρνηση εξουδετερώνει τα ελάχιστα υπολείμματα ριζοσπαστισμού με τον ευτελισμό των ιδεών και τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, το κράτος δικαίου και το κοινωνικό κράτος έχουν απελπιστικά συρρικνωθεί και το άνθος της Ελληνικής νεολαίας έχει ξενιτευτεί.
Η πραγματική δημοκρατία είναι τελικά κάτι άπιαστο και μακρινό; Ίσως όχι. Προς το παρόν όμως, στο όνομα της, η κρίση μακραίνει και η εκμετάλλευση και η εξαθλίωση των ανθρώπων, βαθαίνει!