Δείτε παρακάτω μια λίστα με 28 λέξεις από όλο τον κόσμο που δεν υπάρχουν στο Αγγλικό λεξιλόγιο.
Age-otori (Ιαπωνικά): Το να φαίνεσαι χειρότερα μετά από ένα κούρεμα.
Arigata-meiwaku (Ιαπωνικά): Μια πράξη που κάνει κάποιος για σένα, που εσύ δεν ....ήθελες να κάνει και προσπάθησες να αποφύγεις να το κάνει, αλλά προχώρησε ούτως ή άλλως, αποφασισμένος να σου κάνει μια χάρη και στη συνέχεια τα πράγματα πήγαν στραβά και σου προκάλεσαν πολλά προβλήματα, όμως στο τέλος οι κοινωνικές συμβάσεις απαιτούσαν από εσένα να εκφράσεις ευγνωμοσύνη.
Bakku-shan (Ιαπωνικά): Μια όμορφη κοπέλα… για όση ώρα την βλέπεις από πίσω..
Desenrascanco (Πορτογαλέζικα): να «αποδεσμεύεις» τον εαυτό σου από μια κακή κατάσταση με πολυμήχανο τρόπο (σαν τον MacGyver).
Duende (Ισπανικά): Μια κλιμακούμενη επίδειξη πνεύματος σε μια παράσταση (χορός φλαμένκο ή ταυρομαχία) ή ένα έργο τέχνης.
Forelsket (Νορβηγικά): Η ευφορία που νιώθεις όταν ερωτεύεσαι για πρώτη φορά.
Gigil (Φιλιπινέζικα): Η επιθυμία να τσιμπήσεις ή να ζουλήξεις κάτι που είναι αφόρητα χαριτωμένο.
Guanxi (Μανδαρινά): Στην παραδοσιακή κινέζικη κοινωνία, έχτιζες ένα καλό «guanxi» δίνοντας δώρα στους ανθρώπους, κάνοντας τους το τραπέζι ή κάνοντας τους χάρες, αλλά μπορούσες επίσης να χρησιμοποιήσεις το «guanxi» σου για να ζητήσεις μια χάρη να σου επιστραφεί.
Ilunga (Κονγκολέζικα): Ένα πρόσωπο που είναι έτοιμο να συγχωρήσει οποιαδήποτε κατάχρηση, να την ανεχθεί για δεύτερη φορά, αλλά ποτέ μια τρίτη φορά.
L’esprit de l’escalier (Γαλλικά): Συνήθως μεταφράζεται ως «πνευματική σκάλα», είναι η πράξη του να σκέφτεσαι μια έξυπνη απάντηση, όταν είναι πολύ αργά για να την δώσεις.
Litost (Τσέχικα): Μια μαρτυρική κατάσταση που δημιουργήθηκε από το ξαφνικό θέαμα της δυστυχίας κάποιου.
Mamihlapinatapai (Μαλαισιανά): Μια ματιά μεταξύ δυο ανθρώπων που υποδηλώνει μια σιωπηλή, κοινή επιθυμία.
Manja (Malay): Περιγράφει τις γυναίκες που «νταντεύουν» υπερβολικά τους άνδρες.
Meraki (Ελληνικά): Κάνοντας κάτι με την ψυχή σου, δημιουργικότητα και αγάπη. Όταν βάζεις τον εαυτό σου σε αυτό που κάνεις.
Nunchi (Κορεάτικα): Η λεπτή τέχνη της ακρόασης και μέτρησης της διάθεσης του άλλου. Στον δυτικό πολιτισμό, θα μπορούσε να περιγραφεί ως η έννοια της συναισθηματικής νοημοσύνης. Γνωρίζοντας τι πρέπει να πεις ή να κάνεις ή τι να μην πεις ή κάνεις, σε μια δεδομένη κατάσταση. Ένα κοινωνικά αδέξιο άτομο μπορεί να περιγραφεί ως «nunchi eoptta», που σημαίνει «απουσία nunchi».
Pena ajena (Μεξικάνικα): Η αμηχανία που αισθάνεσαι βλέποντας την ταπείνωση κάποιου άλλου.
Pochemuchka (Ρώσικα): Ένα άτομο που κάνει πάρα πολλές ερωτήσεις.
Schadenfreude (Γερμανικά): Η ευχαρίστηση που προέρχεται από τον πόνο κάποιου άλλου.
Sgiomlaireachd (Σκωτσέζικα Γαελικά): Όταν οι άνθρωποι σε διακόπτουν κατά τη διάρκεια του γεύματος.
Sgriob (Γαελικά): Η φαγούρα στο πάνω χείλος, λίγο πριν την λήψη μιας γουλιάς ουίσκι.
Shlimazl (Γίντις): Κάποιος που δεν έχει τίποτα άλλο, παρά κακή τύχη.
Stam (Εβραϊκά): Μια συμφωνία διασκέδασης και απογοήτευσης για κάτι που δεν έχει μια ικανοποιητική απάντηση μεταξύ εκείνων που μιλούν.
Taarradhin (Αραβικά): Σημαίνει μια ευτυχή λύση για όλους ή «Βγαίνουμε όλοι κερδισμένοι». Είναι ένας τρόπος συμβιβασμού χωρίς να χάσει κανένας. Η Αραβική γλώσσα δεν έχει λέξη για τον «συμβιβασμό», με την έννοια της επίτευξης συμφωνίας μέσω αγώνα και διαφωνιών.
Tatemae και Honne (Ιαπωνικά): Αυτό που προσποιείσαι ότι πιστεύεις και αυτό που πραγματικά πιστεύεις αντίστοιχα.
Tingo (Pascuense-Νησί του Πάσχα): Το να δανείζεσαι αντικείμενα ένα-ένα από το σπίτι ενός γείτονα, μέχρι να μην έχει απομείνει τίποτα.
Waldeinsamkeit (Γερμανικά): Η αίσθηση του να είσαι μόνος στο δάσος.
Yoko meshi (Ιαπωνικά): Αναφέρεται στο ιδιόμορφο στρες που προκαλείται όταν μιλάς μια ξένη γλώσσα.
Age-otori (Ιαπωνικά): Το να φαίνεσαι χειρότερα μετά από ένα κούρεμα.
Arigata-meiwaku (Ιαπωνικά): Μια πράξη που κάνει κάποιος για σένα, που εσύ δεν ....ήθελες να κάνει και προσπάθησες να αποφύγεις να το κάνει, αλλά προχώρησε ούτως ή άλλως, αποφασισμένος να σου κάνει μια χάρη και στη συνέχεια τα πράγματα πήγαν στραβά και σου προκάλεσαν πολλά προβλήματα, όμως στο τέλος οι κοινωνικές συμβάσεις απαιτούσαν από εσένα να εκφράσεις ευγνωμοσύνη.
Bakku-shan (Ιαπωνικά): Μια όμορφη κοπέλα… για όση ώρα την βλέπεις από πίσω..
Desenrascanco (Πορτογαλέζικα): να «αποδεσμεύεις» τον εαυτό σου από μια κακή κατάσταση με πολυμήχανο τρόπο (σαν τον MacGyver).
Duende (Ισπανικά): Μια κλιμακούμενη επίδειξη πνεύματος σε μια παράσταση (χορός φλαμένκο ή ταυρομαχία) ή ένα έργο τέχνης.
Forelsket (Νορβηγικά): Η ευφορία που νιώθεις όταν ερωτεύεσαι για πρώτη φορά.
Gigil (Φιλιπινέζικα): Η επιθυμία να τσιμπήσεις ή να ζουλήξεις κάτι που είναι αφόρητα χαριτωμένο.
Guanxi (Μανδαρινά): Στην παραδοσιακή κινέζικη κοινωνία, έχτιζες ένα καλό «guanxi» δίνοντας δώρα στους ανθρώπους, κάνοντας τους το τραπέζι ή κάνοντας τους χάρες, αλλά μπορούσες επίσης να χρησιμοποιήσεις το «guanxi» σου για να ζητήσεις μια χάρη να σου επιστραφεί.
Ilunga (Κονγκολέζικα): Ένα πρόσωπο που είναι έτοιμο να συγχωρήσει οποιαδήποτε κατάχρηση, να την ανεχθεί για δεύτερη φορά, αλλά ποτέ μια τρίτη φορά.
L’esprit de l’escalier (Γαλλικά): Συνήθως μεταφράζεται ως «πνευματική σκάλα», είναι η πράξη του να σκέφτεσαι μια έξυπνη απάντηση, όταν είναι πολύ αργά για να την δώσεις.
Litost (Τσέχικα): Μια μαρτυρική κατάσταση που δημιουργήθηκε από το ξαφνικό θέαμα της δυστυχίας κάποιου.
Mamihlapinatapai (Μαλαισιανά): Μια ματιά μεταξύ δυο ανθρώπων που υποδηλώνει μια σιωπηλή, κοινή επιθυμία.
Manja (Malay): Περιγράφει τις γυναίκες που «νταντεύουν» υπερβολικά τους άνδρες.
Meraki (Ελληνικά): Κάνοντας κάτι με την ψυχή σου, δημιουργικότητα και αγάπη. Όταν βάζεις τον εαυτό σου σε αυτό που κάνεις.
Nunchi (Κορεάτικα): Η λεπτή τέχνη της ακρόασης και μέτρησης της διάθεσης του άλλου. Στον δυτικό πολιτισμό, θα μπορούσε να περιγραφεί ως η έννοια της συναισθηματικής νοημοσύνης. Γνωρίζοντας τι πρέπει να πεις ή να κάνεις ή τι να μην πεις ή κάνεις, σε μια δεδομένη κατάσταση. Ένα κοινωνικά αδέξιο άτομο μπορεί να περιγραφεί ως «nunchi eoptta», που σημαίνει «απουσία nunchi».
Pena ajena (Μεξικάνικα): Η αμηχανία που αισθάνεσαι βλέποντας την ταπείνωση κάποιου άλλου.
Pochemuchka (Ρώσικα): Ένα άτομο που κάνει πάρα πολλές ερωτήσεις.
Schadenfreude (Γερμανικά): Η ευχαρίστηση που προέρχεται από τον πόνο κάποιου άλλου.
Sgiomlaireachd (Σκωτσέζικα Γαελικά): Όταν οι άνθρωποι σε διακόπτουν κατά τη διάρκεια του γεύματος.
Sgriob (Γαελικά): Η φαγούρα στο πάνω χείλος, λίγο πριν την λήψη μιας γουλιάς ουίσκι.
Shlimazl (Γίντις): Κάποιος που δεν έχει τίποτα άλλο, παρά κακή τύχη.
Stam (Εβραϊκά): Μια συμφωνία διασκέδασης και απογοήτευσης για κάτι που δεν έχει μια ικανοποιητική απάντηση μεταξύ εκείνων που μιλούν.
Taarradhin (Αραβικά): Σημαίνει μια ευτυχή λύση για όλους ή «Βγαίνουμε όλοι κερδισμένοι». Είναι ένας τρόπος συμβιβασμού χωρίς να χάσει κανένας. Η Αραβική γλώσσα δεν έχει λέξη για τον «συμβιβασμό», με την έννοια της επίτευξης συμφωνίας μέσω αγώνα και διαφωνιών.
Tatemae και Honne (Ιαπωνικά): Αυτό που προσποιείσαι ότι πιστεύεις και αυτό που πραγματικά πιστεύεις αντίστοιχα.
Tingo (Pascuense-Νησί του Πάσχα): Το να δανείζεσαι αντικείμενα ένα-ένα από το σπίτι ενός γείτονα, μέχρι να μην έχει απομείνει τίποτα.
Waldeinsamkeit (Γερμανικά): Η αίσθηση του να είσαι μόνος στο δάσος.
Yoko meshi (Ιαπωνικά): Αναφέρεται στο ιδιόμορφο στρες που προκαλείται όταν μιλάς μια ξένη γλώσσα.