μεταγενέστερα εξελίχτηκε στο αρχαιολογικό "μήλος" που σήμαινε πρόβατο. Ως πρώτοι κάτοικοι του νησιού θεωρούνται οι Κάρες ή οι Φοίνικες.
Αρχικά, η Μήλος και η Κίμωλος αποτελούσαν ένα νησί αλλά αργότερα ύστερα από ένα ισχυρό σεισμό το νησί χωρίστηκε στα δύο.
Kατά την αρχαιότητα, γνώρισε μεγάλη ακμή λόγω του ορυκτού της πλούτου...
Οι ανασκαφές έχουν δείξει ότι κατοικήθηκε ήδη από τη νεολιθική εποχή (7000 π.X.) και σύντομα πλούτισε περισσότερο από τα γειτονικά της νησιά χάρη στον οψιδιανό λίθο, ένα μαύρο ηφαιστειακό πέτρωμα που χρησιμοποιούσαν οι Mήλιοι στα όπλα και τα εργαλεία τους.
Πιστεύεται μάλιστα ότι είχαν προχωρήσει και σε εξαγωγικό εμπόριο, καθώς ο οψιδιανός της Mήλου έχει βρεθεί στην Πελοπόννησο, την Kρήτη, την Κύπρο, ακόμα και την Αίγυπτο.
Λόγω του πλούτου της, οι Αθηναίοι ενδιαφέρθηκαν γι’ αυτήν κατά τη διάρκεια της Κλασσικής περιόδου, και οι ντόπιοι αναγκάστηκαν να πληρώνουν ετήσιο φόρο στην Αθήνα.
Οι Ρωμαίοι κατέκτησαν το νησί τον 2ο αιώνα π.Χ., και δημιούργησαν μέχρι και δική τους κοινότητα εδώ. Συγχρόνως, έφτιαξαν ένα θέατρο, το οποίο εξακολουθεί να χρησιμοποιείται από καιρό σε καιρό.
Πρέπει να τονίσουμε ότι η Μήλος είναι από τα πρώτα ελληνικά νησιά τα οποία ασπάστηκαν τον Χριστιανισμό, πιθανόν από το 1ο αιώνα και μετά. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα εμφανές από τις κατακόμβες οι οποίες αποτελούσαν εκτός από κοιμητήριο και τόπο λατρείας των Χριστιανών.
Αφροδίτη της Μήλου
Η Αφροδίτη της Μήλου θεωρείται ένα καταπληκτικό έργο της ελληνιστικής τέχνης, συνδυάζοντας αρμονικά τη γυναικεία ομορφιά και θηλυκότητα. Χρονολογείται γύρω στο 100 π.Χ και άλλοτε θεωρείτο έργο του Πραξιτέλη, σήμερα όμως είναι σαφές ότι ο δημιουργός της είναι άλλος.
Το άγαλμα είναι κατασκευασμένο από Παριανό μάρμαρο, έχει ύψος 2,02 μέτρα, βάρος περίπου 900 κιλά. και παριστάνει την θεά Αφροδίτη. Βρέθηκε ακρωτηριασμένο και οι εικασίες, άλλοτε λένε πως η θεά στο αριστερό της χέρι κρατούσε μήλο ή καθρέφτη ή ότι με τα δύο χέρια της κρατούσε την ασπίδα του Άρη, και άλλοτε ότι ήταν έτοιμη να λουστεί. Σύμφωνα με ένα μύθο τα χέρια της έσπασαν πάνω σε καβγά Γάλλων και Ελλήνων αρχαιολόγων κατά τη μεταφορά του αγάλματος.
Το άγαλμα βρέθηκε σε πάνω από 6 χωριστά κομμάτια, την άνοιξη του 1820 σε μια αγροτική περιοχή της Μήλου από έναν αγρότη, εν ονόματι Γεώργιο Κεντρωτά, και ένα χρόνο αργότερα κατέληξε στο Μουσείο του Λούβρου, όπου και εκτίθεται μέχρι σήμερα. Στο Αρχαιολογικό μουσείο της Μήλου υπάρχει σήμερα ένα γύψινο πιστό αντίγραφό του, το οποίο έστειλε αργότερα ως δωρεά το Λούβρο.
Πηγή