Μια ομάδα επιστημόνων στις ΗΠΑ, με επικεφαλής τον ελληνικής καταγωγής Βασίλη Αγγελόπουλο, καθηγητή διαστημικής φυσικής του πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας- Λος Άντζελες (UCLA), ανακάλυψαν την κινητήρια δύναμη και τον μηχανισμό στο γήινο μαγνητικό πεδίο, που τροφοδοτεί τόσο τις διαστημικές (γεωμαγνητικές) καταιγίδες, όσο και το .....
θεαματικό σέλας στους πόλους του πλανήτη μας.
Η ανακάλυψη, που παρουσιάστηκε στο διεθνούς κύρους περιοδικό "Science", θα βοηθήσει πλέον τους επιστήμονες να προβλέπουν καλύτερα τον διαστημικό καιρό, ο οποίος μπορεί να απειλήσει τους δορυφόρους GPS, τα ηλεκτρικά και τηλεπικοινωνιακά δίκτυα στη Γη, καθώς επίσης μπορεί να εκθέσει τους αστροναύτες σε επικίνδυνη ακτινοβολία.
«Επιτέλους βρήκαμε από πού προέρχεται η ενέργεια, η οποία τροφοδοτεί τον διαστημικό καιρό», δήλωσε ο Βασίλης Αγγελόπουλος. Οι μετρήσεις έγιναν με τη βοήθεια κυρίως των πέντε διαστημοσυσκευών του προγράμματος «Themis» της NASA, οι οποίες συνεχώς παρακολουθούν τις μεταβολές του γήινου μαγνητικού πεδίου. Δύο από αυτές βρίσκονται σε τροχιά γύρω από τη Σελήνη στο πλαίσιο της ειδικότερης αποστολής «Artemis», που καταγράφει την ενέργεια που στέλνουν οι ηλιακές καταιγίδες στον πλανήτη μας (ο Βασ. Αγγελόπουλος είναι ο βασικός ερευνητής και στις δύο αποστολές "Themis" και "Artemis").
Στη διάρκεια των ισχυρών ηλιακών καταιγίδων, φορτισμένα σωματίδια βομβαρδίζουν το μαγνητικό πεδίο της Γης και ωθούν υψηλής ενέργειας σωματίδια προς την μακρά ουρά του γήινου μαγνητικού πεδίου (της μαγνητόσφαιρας), τα οποία μετά επιστρέφουν στον πλανήτη μας με την μορφή γεωμαγνητικών καταιγίδων.
Ο ηλιακός «άνεμος» στέλνει προς τη Γη πανίσχυρα ρεύματα πλάσματος και σωματιδίων με ταχύτητα έως 1,6 εκατ. χιλιομέτρων την ώρα, όπως δήλωσε ο Έλληνας καθηγητής. Υπό αυτή την επίδραση, το γήινο μαγνητικό πεδίο παραμορφώνεται, καθώς συμπιέζεται προς την πλευρά του Ήλιου, ενώ ταυτόχρονα επιμηκύνει την ουρά του προς την αντίθετη πλευρά.
Ένα μέρος αυτής της τεράστιας ηλιακής ενέργειας μεταφέρεται στο γήινο μαγνητικό πεδίο και αποθηκεύεται σε μια σχετικά μικρή περιοχή της μαγνητικής ουράς. Όταν πια δεν μπορεί να αποθηκεύσει άλλη ενέργεια, το σύστημα αποφορτίζεται εκρηκτικά -σαν βραχυκύκλωμα- με τη μορφή γεωμαγνητικών καταιγίδων, οι οποίες, μεταξύ άλλων, προκαλούν το εντυπωσιακό σέλας στις δύο πολικές περιοχές. Μερικές φορές μάλιστα, σύμφωνα με τον Έλληνα επιστήμονα, αυτές οι διαστημικές καταιγίδες είναι τόσο έντονες, που φωτίζεται όλος ο νυχτερινός ουρανός σε πολύ πιο νότια γεωγραφικά πλάτη, με αποτέλεσμα το σέλας να μπορεί να γίνει ορατό ακόμα και στη Χαβάη.
Το καλοκαίρι του 2012, οι διαστημοσυσκευές και οι δορυφόροι σε τροχιά γύρω από τη Γη και τη Σελήνη κατάφεραν να μελετήσουν συντονισμένα, για πρώτη φορά με τόσες λεπτομέρειες, μια ισχυρή διαστημική καταιγίδα. «Η ποσότητα ενέργειας ήταν συγκρίσιμη με την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από όλα τα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής της Γης και διήρκεσε για πάνω από 30 λεπτά. Η ενέργεια που απελευθερώθηκε, ισοδυναμούσε με ένα σεισμό 7,1 Ρίχτερ», ανέφερε ο Βασίλης Αγγελόπουλος.
Ο Έλληνας επιστήμονας γεννήθηκε το 1965 και αποφοίτησε το 1986 από το Τμήμα Φυσικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια, με υποτροφία του Ιδρύματος Φουλμπράιτ, έκανε τις μεταπτυχιακές σπουδές και το διδακτορικό του στη διαστημική φυσική στο UCLA.
θεαματικό σέλας στους πόλους του πλανήτη μας.
Η ανακάλυψη, που παρουσιάστηκε στο διεθνούς κύρους περιοδικό "Science", θα βοηθήσει πλέον τους επιστήμονες να προβλέπουν καλύτερα τον διαστημικό καιρό, ο οποίος μπορεί να απειλήσει τους δορυφόρους GPS, τα ηλεκτρικά και τηλεπικοινωνιακά δίκτυα στη Γη, καθώς επίσης μπορεί να εκθέσει τους αστροναύτες σε επικίνδυνη ακτινοβολία.
«Επιτέλους βρήκαμε από πού προέρχεται η ενέργεια, η οποία τροφοδοτεί τον διαστημικό καιρό», δήλωσε ο Βασίλης Αγγελόπουλος. Οι μετρήσεις έγιναν με τη βοήθεια κυρίως των πέντε διαστημοσυσκευών του προγράμματος «Themis» της NASA, οι οποίες συνεχώς παρακολουθούν τις μεταβολές του γήινου μαγνητικού πεδίου. Δύο από αυτές βρίσκονται σε τροχιά γύρω από τη Σελήνη στο πλαίσιο της ειδικότερης αποστολής «Artemis», που καταγράφει την ενέργεια που στέλνουν οι ηλιακές καταιγίδες στον πλανήτη μας (ο Βασ. Αγγελόπουλος είναι ο βασικός ερευνητής και στις δύο αποστολές "Themis" και "Artemis").
Στη διάρκεια των ισχυρών ηλιακών καταιγίδων, φορτισμένα σωματίδια βομβαρδίζουν το μαγνητικό πεδίο της Γης και ωθούν υψηλής ενέργειας σωματίδια προς την μακρά ουρά του γήινου μαγνητικού πεδίου (της μαγνητόσφαιρας), τα οποία μετά επιστρέφουν στον πλανήτη μας με την μορφή γεωμαγνητικών καταιγίδων.
Ο ηλιακός «άνεμος» στέλνει προς τη Γη πανίσχυρα ρεύματα πλάσματος και σωματιδίων με ταχύτητα έως 1,6 εκατ. χιλιομέτρων την ώρα, όπως δήλωσε ο Έλληνας καθηγητής. Υπό αυτή την επίδραση, το γήινο μαγνητικό πεδίο παραμορφώνεται, καθώς συμπιέζεται προς την πλευρά του Ήλιου, ενώ ταυτόχρονα επιμηκύνει την ουρά του προς την αντίθετη πλευρά.
Ένα μέρος αυτής της τεράστιας ηλιακής ενέργειας μεταφέρεται στο γήινο μαγνητικό πεδίο και αποθηκεύεται σε μια σχετικά μικρή περιοχή της μαγνητικής ουράς. Όταν πια δεν μπορεί να αποθηκεύσει άλλη ενέργεια, το σύστημα αποφορτίζεται εκρηκτικά -σαν βραχυκύκλωμα- με τη μορφή γεωμαγνητικών καταιγίδων, οι οποίες, μεταξύ άλλων, προκαλούν το εντυπωσιακό σέλας στις δύο πολικές περιοχές. Μερικές φορές μάλιστα, σύμφωνα με τον Έλληνα επιστήμονα, αυτές οι διαστημικές καταιγίδες είναι τόσο έντονες, που φωτίζεται όλος ο νυχτερινός ουρανός σε πολύ πιο νότια γεωγραφικά πλάτη, με αποτέλεσμα το σέλας να μπορεί να γίνει ορατό ακόμα και στη Χαβάη.
Το καλοκαίρι του 2012, οι διαστημοσυσκευές και οι δορυφόροι σε τροχιά γύρω από τη Γη και τη Σελήνη κατάφεραν να μελετήσουν συντονισμένα, για πρώτη φορά με τόσες λεπτομέρειες, μια ισχυρή διαστημική καταιγίδα. «Η ποσότητα ενέργειας ήταν συγκρίσιμη με την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από όλα τα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής της Γης και διήρκεσε για πάνω από 30 λεπτά. Η ενέργεια που απελευθερώθηκε, ισοδυναμούσε με ένα σεισμό 7,1 Ρίχτερ», ανέφερε ο Βασίλης Αγγελόπουλος.
Ο Έλληνας επιστήμονας γεννήθηκε το 1965 και αποφοίτησε το 1986 από το Τμήμα Φυσικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια, με υποτροφία του Ιδρύματος Φουλμπράιτ, έκανε τις μεταπτυχιακές σπουδές και το διδακτορικό του στη διαστημική φυσική στο UCLA.