Το διπλό φονικό σε βάρος των μελών της Χρυσής Αυγής, έδωσε την ευκαιρία στους συνήθως συστημικούς φλύαρους, να αναμασάνε διάφορες θεωρίες και εκδοχές. Η στυγερή δολοφονία, όπως αυτή περιγράφεται από τους αυτόπτες μάρτυρες, παραπέμπει σε....
επαγγελματίες δολοφόνους. Εγκληματίες, που σχεδίασαν και εκτέλεσαν δυο ανθρώπους εν ψυχρώ, χωρίς καμιά ταλάντευση, με αποφασιστικότητα, χωρίς συναισθήματα και αναστολές. Τα κίνητρα και η στόχευση αυτής της ενέργειας, πρέπει να αποτελέσει το αντικείμενο συστηματικότερης έρευνας, ώστε να αποκαλύψει όχι μόνο τους αυτουργούς, αλλά και όσους κρύβονται πίσω απ’ αυτούς.
Το φονικό αυτό, όπως και του Παύλου Φύσσα, έγιναν μέσα σ’ ένα ασφυκτικό για τους έλληνες πολίτες πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον. Στο πολιτικό σκηνικό αυτών των ημερών, δεσπόζουν τα μέτρα για την φορολόγηση των ακινήτων, η δυσφορία που επικρατεί στις τάξεις των κυβερνητικών εταίρων γι’ αυτά (με ανοιχτές απειλές ακόμη και για μη ψήφιση τους), ο ερχομός των εκπροσώπων της τρόικας με την απαίτηση να παρθούν νέα μέτρα 2 και πλέον δισ. ευρώ κλπ. Ως δια μαγείας όμως έρχεται η στυγερή δολοφονία των δυο Χρυσαυγιτών, με αποτέλεσμα οι επικοινωνιακοί εταίροι του συστήματος να μετατοπίσουν και πάλι το ενδιαφέρον του κοινού με ανούσιες λεπτομέρειες γύρω απ’ αυτό το θέμα. Το σκηνικό αυτό φέρνει στις μνήμες τα γεγονότα στις 5 Μαΐου του 2010 με τον εμπρησμό της Μαρφίν και την αντί- μαζικοποίηση που προκάλεσε έκτοτε στις κινητοποιήσεις των εργαζομένων. Μόνο που αυτή τη φορά γίνεται παραμονές της προκηρυγμένης απεργίας της ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ (Τετάρτη 6 Νοεμβρίου)…
Κάτι ανάλογο είχε γίνει και την παραμονή της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα. Η πολιτική επικαιρότητα ήταν φορτισμένη εκείνες τις μέρες με τις απεργιακές κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών, τις πιέσεις των δανειστών για νέα μέτρα, τις φήμες για ένα νέο μνημόνιο και τα σενάρια για τους νέους φόρους για την ακίνητη περιουσία. Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα, αυτόματα σκίασε αυτά τα θέματα και η πολιτική ατζέντα μετατοπίστηκε σε μια ιδεολογική αντιπαράθεση με επίκεντρο τον φασισμό και τη βία. Η θεωρία των δυο άκρων που επινοήθηκε από τη Ν.Δ., έδωσε το έναυσμα για μια ανούσια αντιπαράθεση, σε ζητήματα που έχουν ξεκαθαριστεί από την ίδια τη ζωή εδώ και αιώνες.
Ως πρώτη εκδοχή που συζητήθηκε αυτές τις μέρες, είναι ότι οι δολοφονίες αυτές έγιναν σε εκδίκηση της αντίστοιχης του Παύλου Φύσσα. Δηλαδή εν ολίγοις, οι εμπνευστές αυτής της θεωρίας θεωρούν ότι οι συγγενείς ή φίλοι, οι σύντροφοι ή συνοδοιπόροι του Παύλου Φύσσα, εκδικούνται για το θάνατο του. Η θεωρία αυτή είναι άκρως πονηρή, αφού αξιολογεί τους ανθρώπους του περιβάλλοντος του Φύσσα, ως επικίνδυνους. Προσβάλουν τη μνήμη του θύματος και τους ανθρώπους του που με τόση μεγαλοσύνη αποδέχθηκαν τον άδικο χαμό του. Άλλωστε η εκδίκηση έχει χαρακτηριστικά αυθορμητισμού, και συναισθηματικής φόρτωσης, στοιχεία που δεν εμφανίζονται στις συγκεκριμένες δολοφονίες των Χρυσαυγιτών.
Μια δεύτερη εκδοχή είναι αυτή της αντεκδίκησης ή της βεντέτας. Αυτή είναι περισσότερο αληθοφανής, γιατί κατά κανόνα προϋποθέτει την εκ των προτέρων σχεδιασμό και οργάνωση της. Η βεντέτα, συνήθως διαιωνίζει την αντιπαράθεση και οδηγεί σε αιματηρό φαύλο κύκλο. Αυτές, όπως τις έχουμε γνωρίσει στη Κρήτη και τη Μάνη ή και σ’ άλλες χώρες την Ιταλία, την Αλβανία κλπ, περιορίζεται σε ισόποσα θύματα, ώστε να αποτρέψει τη συνέχιση του κύκλου αίματος. Η βεντέτα όμως όσο σκληρή και αν εμφανίζεται, διέπεται από εθιμικούς κανόνες απαράβατους και από τις δυο πλευρές. «Σε ορισμένες περιπτώσεις ο κώδικας της βεντέτας επέτρεπε μια προσωρινή ανάπαυλα, την «τρέβα» την εποχή του οργώματος, της σποράς, του θερισμού, του αλωνίσματος και όταν μάζευαν τις ελιές… Η πιο μακρόχρονη ανακωχή ήταν η γενική τρέβα που ζήτησε ο Μαυρομιχάλης την παραμονή του πόλεμου της Ανεξαρτησίας».
Η εκδοχή αυτή δεν στέκει και πολύ, διότι έχουν παραβιαστεί δυο κανόνες της βεντέτας. Ο πρώτος γιατί η δολοφονική επίθεση στα γραφεία της Χρυσής Αυγής, απέβλεπε να προκαλέσει πολλά θύματα, πέραν του ενός (κατά μια εκδοχή μέχρι και τέσσερα), ώστε να εγείρει ένα νέο κύκλο αίματος εκ μέρους της Χρυσής Αυγής. Ο δεύτερος κώδικας που παραβιάστηκε είναι αυτός της «τρέβας». Αν οι δολοφόνοι των Χρυσαυγιτών διακατέχονταν από στοιχειώδη εθνικά φρονήματα, θα έπρεπε να είχαν κηρύξει ήδη μορατόριουμ, αντίστοιχο με τη τρέβα του Μαυρομιχάλη στην περίοδο της Ανεξαρτησίας.
Η τρίτη εκδοχή που ακούστηκε, είναι αυτή της προβοκάτσιας. Είναι γεγονός ότι η Χρυσή Αυγή, ήρθε σε πολύ δεινή θέση με τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Εξαιτίας της μάλιστα, ένα μέρος της ηγεσίας της οδηγήθηκε στις φυλακές, με την κατηγορία της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης. Επίσης είναι γνωστό ότι ο φασισμός, προκειμένου να προωθήσει τα σχέδια του δεν διστάζει να θυσιάσει ακόμη και ανθρώπους του για την επίτευξη του μεγάλου σκοπού. Είναι ολοφάνερο ότι οι δολοφονίες αυτές την βγάζουν από τη θέση του θύτη και την τοποθετούν στη θέση του θύματος, που κατά κανόνα εισπράττει και τη συμπάθεια του κοινού. Ωστόσο ο τρόπος (αμηχανία) με τον οποίο αντιμετωπίστηκε το γεγονός αυτό από την ηγεσία της, δείχνει πως αντιλήφθηκαν ότι την χρησιμοποιούν και πως είναι πιόνια ενός γενικότερου σχεδιασμού. Γι αυτό και μίλησαν περί «απειλής της δημοκρατίας» (!) και υπέδειξαν ως ηθικούς αυτουργούς την ίδια τη κυβέρνηση και τους θεσμούς που αυτή ελέγχει…
Τέλος λιγότερο συζητήθηκε, ως τέταρτη εκδοχή, ότι η πράξη αυτή στοχεύει κατευθείαν στην αποσταθεροποίηση της χώρας. Αυτοί που οδήγησαν τη χώρα στη σημερινή κατάσταση είναι αποφασισμένοι να επιβάλουν τους όρους τους, με οποιοδήποτε τίμημα και κόστος. Δεν θα διστάσουν να προχωρήσουν και στις πιο ακραίες μορφές. Να οδηγήσουν τη χώρα σε ένα νέο εμφύλιο ή να ανατρέψουν ακόμη και το ισχύον πολιτικό σύστημα. Δυστυχώς αρωγοί σ’ αυτές τις επιδιώξεις τους είναι το σημερινό κυβερνητικό μόρφωμα, που αφού πρώτα εκτέθηκε ανεπανόρθωτα όλα τα προηγούμενα χρόνια, στη συνέχεια δε δίστασε να πουλήσει και τη ψυχή του προκειμένου να διασωθεί. Κοινός τους στόχος είναι να μη περάσει η διακυβέρνηση της χώρας, κατ’ οποιονδήποτε τρόπο σε δυνάμεις οι οποίες κινούνται στον αντίποδα των συμφερόντων που έχει η σημερινή οικονομική ολιγαρχία, ντόπια και ξένη.
Η χώρα μας έχει μπει στη δύνη ασύδοτων συμφερόντων. Οι σημερινές συστημικές πολιτικές ηγεσίες αυτό-παγιδευμένες από τις πολιτικές επιλογές των προηγούμενων χρόνων και ευνουχισμένες από τους σημερινούς «συμμάχους», όχι μόνο δεν έχουν τη βούληση να βγάλουν τη χώρα από τη δεινή αυτή θέση, αλλά εν πολλοίς συναινούν και στη γενικότερη αποσταθεροποίηση της…
Χρήστος Παπαδόπουλος
πηγη
επαγγελματίες δολοφόνους. Εγκληματίες, που σχεδίασαν και εκτέλεσαν δυο ανθρώπους εν ψυχρώ, χωρίς καμιά ταλάντευση, με αποφασιστικότητα, χωρίς συναισθήματα και αναστολές. Τα κίνητρα και η στόχευση αυτής της ενέργειας, πρέπει να αποτελέσει το αντικείμενο συστηματικότερης έρευνας, ώστε να αποκαλύψει όχι μόνο τους αυτουργούς, αλλά και όσους κρύβονται πίσω απ’ αυτούς.
Το φονικό αυτό, όπως και του Παύλου Φύσσα, έγιναν μέσα σ’ ένα ασφυκτικό για τους έλληνες πολίτες πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον. Στο πολιτικό σκηνικό αυτών των ημερών, δεσπόζουν τα μέτρα για την φορολόγηση των ακινήτων, η δυσφορία που επικρατεί στις τάξεις των κυβερνητικών εταίρων γι’ αυτά (με ανοιχτές απειλές ακόμη και για μη ψήφιση τους), ο ερχομός των εκπροσώπων της τρόικας με την απαίτηση να παρθούν νέα μέτρα 2 και πλέον δισ. ευρώ κλπ. Ως δια μαγείας όμως έρχεται η στυγερή δολοφονία των δυο Χρυσαυγιτών, με αποτέλεσμα οι επικοινωνιακοί εταίροι του συστήματος να μετατοπίσουν και πάλι το ενδιαφέρον του κοινού με ανούσιες λεπτομέρειες γύρω απ’ αυτό το θέμα. Το σκηνικό αυτό φέρνει στις μνήμες τα γεγονότα στις 5 Μαΐου του 2010 με τον εμπρησμό της Μαρφίν και την αντί- μαζικοποίηση που προκάλεσε έκτοτε στις κινητοποιήσεις των εργαζομένων. Μόνο που αυτή τη φορά γίνεται παραμονές της προκηρυγμένης απεργίας της ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ (Τετάρτη 6 Νοεμβρίου)…
Κάτι ανάλογο είχε γίνει και την παραμονή της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα. Η πολιτική επικαιρότητα ήταν φορτισμένη εκείνες τις μέρες με τις απεργιακές κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών, τις πιέσεις των δανειστών για νέα μέτρα, τις φήμες για ένα νέο μνημόνιο και τα σενάρια για τους νέους φόρους για την ακίνητη περιουσία. Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα, αυτόματα σκίασε αυτά τα θέματα και η πολιτική ατζέντα μετατοπίστηκε σε μια ιδεολογική αντιπαράθεση με επίκεντρο τον φασισμό και τη βία. Η θεωρία των δυο άκρων που επινοήθηκε από τη Ν.Δ., έδωσε το έναυσμα για μια ανούσια αντιπαράθεση, σε ζητήματα που έχουν ξεκαθαριστεί από την ίδια τη ζωή εδώ και αιώνες.
Ως πρώτη εκδοχή που συζητήθηκε αυτές τις μέρες, είναι ότι οι δολοφονίες αυτές έγιναν σε εκδίκηση της αντίστοιχης του Παύλου Φύσσα. Δηλαδή εν ολίγοις, οι εμπνευστές αυτής της θεωρίας θεωρούν ότι οι συγγενείς ή φίλοι, οι σύντροφοι ή συνοδοιπόροι του Παύλου Φύσσα, εκδικούνται για το θάνατο του. Η θεωρία αυτή είναι άκρως πονηρή, αφού αξιολογεί τους ανθρώπους του περιβάλλοντος του Φύσσα, ως επικίνδυνους. Προσβάλουν τη μνήμη του θύματος και τους ανθρώπους του που με τόση μεγαλοσύνη αποδέχθηκαν τον άδικο χαμό του. Άλλωστε η εκδίκηση έχει χαρακτηριστικά αυθορμητισμού, και συναισθηματικής φόρτωσης, στοιχεία που δεν εμφανίζονται στις συγκεκριμένες δολοφονίες των Χρυσαυγιτών.
Μια δεύτερη εκδοχή είναι αυτή της αντεκδίκησης ή της βεντέτας. Αυτή είναι περισσότερο αληθοφανής, γιατί κατά κανόνα προϋποθέτει την εκ των προτέρων σχεδιασμό και οργάνωση της. Η βεντέτα, συνήθως διαιωνίζει την αντιπαράθεση και οδηγεί σε αιματηρό φαύλο κύκλο. Αυτές, όπως τις έχουμε γνωρίσει στη Κρήτη και τη Μάνη ή και σ’ άλλες χώρες την Ιταλία, την Αλβανία κλπ, περιορίζεται σε ισόποσα θύματα, ώστε να αποτρέψει τη συνέχιση του κύκλου αίματος. Η βεντέτα όμως όσο σκληρή και αν εμφανίζεται, διέπεται από εθιμικούς κανόνες απαράβατους και από τις δυο πλευρές. «Σε ορισμένες περιπτώσεις ο κώδικας της βεντέτας επέτρεπε μια προσωρινή ανάπαυλα, την «τρέβα» την εποχή του οργώματος, της σποράς, του θερισμού, του αλωνίσματος και όταν μάζευαν τις ελιές… Η πιο μακρόχρονη ανακωχή ήταν η γενική τρέβα που ζήτησε ο Μαυρομιχάλης την παραμονή του πόλεμου της Ανεξαρτησίας».
Η εκδοχή αυτή δεν στέκει και πολύ, διότι έχουν παραβιαστεί δυο κανόνες της βεντέτας. Ο πρώτος γιατί η δολοφονική επίθεση στα γραφεία της Χρυσής Αυγής, απέβλεπε να προκαλέσει πολλά θύματα, πέραν του ενός (κατά μια εκδοχή μέχρι και τέσσερα), ώστε να εγείρει ένα νέο κύκλο αίματος εκ μέρους της Χρυσής Αυγής. Ο δεύτερος κώδικας που παραβιάστηκε είναι αυτός της «τρέβας». Αν οι δολοφόνοι των Χρυσαυγιτών διακατέχονταν από στοιχειώδη εθνικά φρονήματα, θα έπρεπε να είχαν κηρύξει ήδη μορατόριουμ, αντίστοιχο με τη τρέβα του Μαυρομιχάλη στην περίοδο της Ανεξαρτησίας.
Η τρίτη εκδοχή που ακούστηκε, είναι αυτή της προβοκάτσιας. Είναι γεγονός ότι η Χρυσή Αυγή, ήρθε σε πολύ δεινή θέση με τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Εξαιτίας της μάλιστα, ένα μέρος της ηγεσίας της οδηγήθηκε στις φυλακές, με την κατηγορία της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης. Επίσης είναι γνωστό ότι ο φασισμός, προκειμένου να προωθήσει τα σχέδια του δεν διστάζει να θυσιάσει ακόμη και ανθρώπους του για την επίτευξη του μεγάλου σκοπού. Είναι ολοφάνερο ότι οι δολοφονίες αυτές την βγάζουν από τη θέση του θύτη και την τοποθετούν στη θέση του θύματος, που κατά κανόνα εισπράττει και τη συμπάθεια του κοινού. Ωστόσο ο τρόπος (αμηχανία) με τον οποίο αντιμετωπίστηκε το γεγονός αυτό από την ηγεσία της, δείχνει πως αντιλήφθηκαν ότι την χρησιμοποιούν και πως είναι πιόνια ενός γενικότερου σχεδιασμού. Γι αυτό και μίλησαν περί «απειλής της δημοκρατίας» (!) και υπέδειξαν ως ηθικούς αυτουργούς την ίδια τη κυβέρνηση και τους θεσμούς που αυτή ελέγχει…
Τέλος λιγότερο συζητήθηκε, ως τέταρτη εκδοχή, ότι η πράξη αυτή στοχεύει κατευθείαν στην αποσταθεροποίηση της χώρας. Αυτοί που οδήγησαν τη χώρα στη σημερινή κατάσταση είναι αποφασισμένοι να επιβάλουν τους όρους τους, με οποιοδήποτε τίμημα και κόστος. Δεν θα διστάσουν να προχωρήσουν και στις πιο ακραίες μορφές. Να οδηγήσουν τη χώρα σε ένα νέο εμφύλιο ή να ανατρέψουν ακόμη και το ισχύον πολιτικό σύστημα. Δυστυχώς αρωγοί σ’ αυτές τις επιδιώξεις τους είναι το σημερινό κυβερνητικό μόρφωμα, που αφού πρώτα εκτέθηκε ανεπανόρθωτα όλα τα προηγούμενα χρόνια, στη συνέχεια δε δίστασε να πουλήσει και τη ψυχή του προκειμένου να διασωθεί. Κοινός τους στόχος είναι να μη περάσει η διακυβέρνηση της χώρας, κατ’ οποιονδήποτε τρόπο σε δυνάμεις οι οποίες κινούνται στον αντίποδα των συμφερόντων που έχει η σημερινή οικονομική ολιγαρχία, ντόπια και ξένη.
Η χώρα μας έχει μπει στη δύνη ασύδοτων συμφερόντων. Οι σημερινές συστημικές πολιτικές ηγεσίες αυτό-παγιδευμένες από τις πολιτικές επιλογές των προηγούμενων χρόνων και ευνουχισμένες από τους σημερινούς «συμμάχους», όχι μόνο δεν έχουν τη βούληση να βγάλουν τη χώρα από τη δεινή αυτή θέση, αλλά εν πολλοίς συναινούν και στη γενικότερη αποσταθεροποίηση της…
Χρήστος Παπαδόπουλος
πηγη