Πέμπτη, 20 Μαρτίου και ώρα 16:41, καλώ το 100: «Γειά σας, βρίσκομαι στη γωνία Δροσοπούλου και Χανίων, έξω απο τη Citibank, είμαι σε αναπηρικό αμαξίδιο και ένα ταξί έχει κλείσει τη ράμπα. Θέλω να έρθει κάποιος, να κάνει κάτι, να τον γράψει, δεν ξέρω, και να με βοηθήσει να κατέβω». Μετά απο 45 περίπου λεπτά έφτασαν στο σημείο δύο γερανοί της αστυνομίας και καθώς σήκωναν το ταξί μου λέει ένας απ' τους οδηγούς «Μπράβο σου, καλά… έκανες, κάθε φορά να παίρνεις τηλέφωνο και να λες είμαι εδώ, θα περιμένω να έρθετε». «Ευχαριστώ» του είπα «περνάω συχνά απο εδώ και κάθε φορά κάποιος έχει κλείσει τη ράμπα. Το ίδιο έγινε και την Κυριακή και με βοήθησε μια κυρία, αλλά σήμερα σκέφτηκα πως παραπάει». Εκείνη τη στιγμή είδα τον οδηγό του ταξί να τρέχει στο μέρος του άλλου οδηγού και να τον παρακαλάει να αφήσει το αμάξι. Μετά απο 5 λεπτά φιλοτιμήθηκε να έρθει να μου ζητήσει συγνώμη ή έστω έτσι νόμιζω. Στη συνέχεια ακολουθεί ο διάλογος που είχα με τον ταξιτζή ο οποίος φαινόταν 50-55 χρονών, ενώ εγώ είμαι 22.
- Ρε κοπελιά, πες τώρα μη μου πάρουν το ταξί, 10 λεπτά σταμάτησα να πάρω ενα καφέ.
- 10 λεπτά; Μα εγώ είμαι εδώ 1 ώρα και δε μπορώ να κατέβω τη ράμπα εξαιτίας σας.
- Ναι ρε κοπέλα μου, βρήκα έναν φίλο και καθήσαμε να πιούμε ένα καφέ, 300 ευρώ το μήνα παίρνω, θα βρώ το μπελά μου τώρα, λυπήσου με.
- Έμενα δε με λυπήθηκε κανείς, όμως, οπότε συγνώμη και σαν επαγγελματίας οδηγός θα έπρεπε να σέβεστε τις ράμπες και τα απαγορευτικά.
- Καλά σοβαρά; Είσαι τόσο σκληρή; Τι να σου πω, θα σου έδινα καμιά κατάρα αλλά έχεις τα χάλια σου.
Αυτή ήταν λοιπόν η συμπεριφορά ενός μεσήλικα επαγγελματία οδηγού ταξί σε εμένα, ένα άτομο με αναπηρία, επειδή υπερασπίστηκα το δικαίωμά μου να βγω μόνη μου μια βόλτα. Θα μπορούσε να ήμουν πελατισσά του, κόρη του, ή αύριο μεθαύριο θα μπορούσε να ήταν αυτός στη θέση μου, αλλά δυστυχώς δεν περνάει αυτό το ενδεχόμενο απ' το μυαλό του, αλλά ούτε και από τόσων άλλων που παρκάρουν σε ράμπες ή αναπηρικές θέσεις στάθμευσης.
- Ρε κοπελιά, πες τώρα μη μου πάρουν το ταξί, 10 λεπτά σταμάτησα να πάρω ενα καφέ.
- 10 λεπτά; Μα εγώ είμαι εδώ 1 ώρα και δε μπορώ να κατέβω τη ράμπα εξαιτίας σας.
- Ναι ρε κοπέλα μου, βρήκα έναν φίλο και καθήσαμε να πιούμε ένα καφέ, 300 ευρώ το μήνα παίρνω, θα βρώ το μπελά μου τώρα, λυπήσου με.
- Έμενα δε με λυπήθηκε κανείς, όμως, οπότε συγνώμη και σαν επαγγελματίας οδηγός θα έπρεπε να σέβεστε τις ράμπες και τα απαγορευτικά.
- Καλά σοβαρά; Είσαι τόσο σκληρή; Τι να σου πω, θα σου έδινα καμιά κατάρα αλλά έχεις τα χάλια σου.
Αυτή ήταν λοιπόν η συμπεριφορά ενός μεσήλικα επαγγελματία οδηγού ταξί σε εμένα, ένα άτομο με αναπηρία, επειδή υπερασπίστηκα το δικαίωμά μου να βγω μόνη μου μια βόλτα. Θα μπορούσε να ήμουν πελατισσά του, κόρη του, ή αύριο μεθαύριο θα μπορούσε να ήταν αυτός στη θέση μου, αλλά δυστυχώς δεν περνάει αυτό το ενδεχόμενο απ' το μυαλό του, αλλά ούτε και από τόσων άλλων που παρκάρουν σε ράμπες ή αναπηρικές θέσεις στάθμευσης.