Αλουμινάκι
Τους κάλυκες από τα άνθη τους βάζουν στο καντήλι για φυτίλι και τα λένε φυτιλάκια, λυχναράκια ή λουμίνια.
Ανήκει στην οικογένεια των Χειλιανθών (Labiatae) και άλλες ονομασίες είναι: Φουφουλιά (Τήνος), Φάσσα (Αίγινα), Νεροβαμβακιά (Πελοπόννησος), Μαυρομάργο (Αττική), Μαυρομάρκος (Κύθνος), Αποπουλιά, Λυχναράκι, Οικονομία, Καντηλαναύτρα.
Πολυετές θαμνώδες φυτό με..... ξυλώδη βάση, ασπρουδερό και αρωματικό, που μπορεί να πάρει τις διαστάσεις μικρού θάμνου, ύψους έως 60 εκ. Τα φύλλα του σε σχήμα καρδιάς είναι χνουδωτά, απαλά, με χρώμα ασπροπράσινο. Τα άνθη του είναι μικρά, όμοια με εκείνα των άλλων ειδών που ανήκουν στην ίδια οικογένεια, κοκκινωπά και βγαίνουν από τον Ιούλιο έως τον Αύγουστο και είναι η εποχή που τα μαζεύουν και τα αποξηραίνουν.
Οι καρποί του είναι μαύροι και μικροσκοπικοί και κρύβονται στη βάση ενός κάλυκα που μοιάζει με χωνί. Φυτρώνει κυρίως, σε σκιερά μέρη και μέσα ή στη βάση των τοίχων. Στην Ορεινή Τριφυλία το ονομάζουνε Λουμινάκι και λυχναράκι. Στη Μάνη ονομάζεται και Καντηλαναύτρα, γιατί τη χρησιμοποιούσαν για το άναμμα του καντηλιού στα σπίτια και στις εκκλησίες. Μάζευαν τα αποξηραμένα χωνάκια κάλυκες, ανά δύο, αφού αφαιρούσαν το σπόρο από τον ένα, τα τοποθετούσαν ανεστραμμένα πάνω στο λάδι του καντηλιού και τα άναβαν. Η φλόγα κρατούσε αναμμένη όλη τη νύχτα και δεν δημιουργούσε καθόλου κάπνα.
Το φυτό παρουσιάζει αντισπασμωδικές ιδιότητες και χορηγείται κυρίως στις περιπτώσεις κοκίτη των παιδιών και κατά των ψυχονευρώσεων. Φύεται στην Ελλάδα και την Τουρκία. Ζει σαν θάμνος με αρωματικό ξυλώδη βλαστό με ύψος μέχρι 60 εκατοστά για πολλά χρόνια. Έχει φύλλα σε σχήμα καρδιάς χνουδωτά και απαλά. Ανθίζει από τόν Ιούλιο έως τον Αύγουστο Τα άνθη του κοκκινωπά. Φυτρώνει κυρίως, σε σκιερά μέρη και μέσα σε σχισμές τρόχαλων ή στη βάση των τοίχων. Οι καρποί είναι μαύροι και μάλλον μικροσκοπικοί κρυμμένοι στη βάση ενός κάλυκα που μοιάζει με χωνί. Φυτρώνει κυρίως, σε σκιερά μέρη και μέσα σε σχισμές τρόχακων ή στη βάση των τοίχων.
.Είναι βότανο γνωστό από την αρχαιότητα και ο Διοσκουρίδης το αποκαλούσε «Γνωτέρα». Τόσο αυτός όσο και άλλοι γιατροί συνιστούσαν τα φύλλα του φυτού κοπανισμένα με αλάτι με μορφή καταπλάσματος ως αντίδοτο σε δαγκώματα σκύλων. Τη χρησιμοποιούσαν ακόμα για την αντιμετώπιση των κονδυλωμάτων και των ελκών κάθε είδους και μορφής. Μετά τα μέσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, χρησιμοποιούσαν το βότανο στην εμπειρική ιατρική. Επίσης, θεωρείται άριστο ανθελμινθικό φάρμακο και ιδίως κατά των ασκαρίδων και των οξυούρων κατά των οποίων μάλιστα χρησιμοποιήθηκε και ο πυκνός χυμός του φυτού σε υπόθετα.
Στον μεσαίωνα το θεωρούσαν ακόμα ως ένα από τα καλύτερα φάρμακα για την επούλωση των πληγών. Ο Λεκλέρκ, ένας φυτοθεραπευτής, χρησιμοποίησε με επιτυχία το φυτό κατά των νευρώσεων, των νευρασθενειών και των ψυχώσεων (απαθικών καταστάσεων κ.α.) καθώς επίσης το χρησιμοποιούσαν και κατά της εμμηνοπαύσεως και κατά του κοκίτη. Η οσμή του φυτού είναι εξαιρετικά δυσάρεστη. Αυτός ήταν ο λόγος που ο μεγάλος βοτανολόγος Μπαουχίν το αποκαλούσε «foetidum» δηλαδή, δύσοσμο. Χρησιμοποιείται στην κατάθλιψη, την ανησυχία και την υστερία ενώ είναι κατάλληλο ίαμα για την ναυτία και τον εμετό, όταν το αίτιο εντοπίζεται στο νευρικό σύστημα και όχι στο στομάχι. Ανακουφίζει ακόμα και τους εμετούς της εγκυμοσύνης. Στην ομοιοπαθητική χρησιμοποιείται για βήχα, αϋπνία και διαταραχές του νευρικού συστήματος. Μειώνει και τα επίπεδα της χοληστερίνης και καθαρίζει το αίμα ενώ ταυτόχρονα ανακουφίζει τον κνησμό από τσιμπήματα κουνουπιών. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται συνήθως τα φύλλα και οι ανθισμένες κορυφές του.